Το WordReference δεν έχει τη δυνατότητα να μεταφράσει αυτή τη φράση, μπορείτε όμως να κάνετε κλικ σε κάθε λέξη για να δείτε τη σημασία της:

blanket bath


Η φράση που αναζητήσατε δεν βρέθηκε.
Η εγγραφή για τον όρο blanket παρατίθεται στη συνέχεια.

Δείτε επίσης: bath
  • WordReference
  • Definition
  • Synonyms
  • English Collocations

WordReference English-Greek Dictionary © 2025:

Κύριες μεταφράσεις
ΑγγλικάΕλληνικά
blanket n (woollen cover)κουβέρτα ουσ θηλ
 Linda has several hand-woven blankets in her living room.
blanket n as adj figurative (complete)γενικός, καθολικός επίθ
 The residents of the city expressed blanket disapproval of genetically modified products.
 Οι κάτοικοι της πόλης εξέφρασαν τη γενική αποδοκιμασία τους για τα γενετικά τροποποιημένα προϊόντα.
blanket,
blanket of [sth]
n
figurative (cloud, snow, fog: covering layer) (μεταφορικά, λόγιος)σεντόνι ουσ ουδ
  στρώμα ουσ ουδ
  στρώση ουσ θηλ
 A fresh blanket of snow lay on top of the grass.
 Fog lay over the city in a thick blanket.
 Μια φρέσκια στρώση χιονιού απλωνόταν πάνω στο γρασίδι.
blanket [sth/sb] vtr figurative (cover thoroughly)καλύπτω, σκεπάζω ρ μ
 A layer of frost blanketed the plants.
 Ένα στρώμα πάγου κάλυψε (or: σκέπασε) τα φυτά.
  Λείπει κάτι σημαντικό; Αναφέρετε τυχόν λάθη ή προτείνετε βελτιώσεις.
Επιπλέον μεταφράσεις
ΑγγλικάΕλληνικά
blanket [sth] vtr figurative (sound, etc.: suppress) (μεταφορικά)καλύπτω, σκεπάζω ρ μ
 The snow blanketed the sound of our footsteps.
  Λείπει κάτι σημαντικό; Αναφέρετε τυχόν λάθη ή προτείνετε βελτιώσεις.

WordReference English-Greek Dictionary © 2025:

Σύνθετοι τύποι:
ΑγγλικάΕλληνικά
blanket ban n (complete or universal prohibition)ολική απαγόρευση επίθ + ουσ θηλ
  καθολική απαγόρευση επίθ + ουσ θηλ
blanket email,
blanket e-mail
n
(electronic message) (email)πολλαπλή αποστολή επίθ + ουσ θηλ
blanket pardon n (mass amnesty or forgiveness)γενική αμνηστία επίθ + ουσ θηλ
 A blanket pardon was given to all of the prisoners who were wrongly convicted.
electric blanket n (electrically-heated bedcover)ηλεκτρική κουβέρτα ουσ θηλ
 An electric blanket can warm you up on winter nights.
saddle blanket n (covering for a horse worn under saddle)κουβέρτα ουσ θηλ
  (κατά λέξη)κουβέρτα κάτω από σέλα αλόγου περίφρ
 The cowboy threw a saddle blanket on his horse, then a saddle.
security blanket n (child's comforter) (κυριολεκτικά)κουβέρτα παιδιού που παρέχει ασφάλεια,ανακούφιση ή παρηγοριά έκφρ
 The baby wouldn't sleep without her security blanket.
security blanket n figurative ([sth] comforting or reassuring) (μεταφορικά)οικείο αντικείμενο που παρέχει ασφάλεια, ανακούφιση ή παρηγοριά έκφρ
 Insecure men often carry guns as a security blanket. She had her speech written on cue cards as a security blanket.
wet blanket n figurative, informal (person: spoilsport) (καθομιλουμένη)ξενέρωτος επίθ
  αυτός που κάνει χαλάστρα περίφρ
 Auntie Edna's always a wet blanket at family parties.
  Λείπει κάτι σημαντικό; Αναφέρετε τυχόν λάθη ή προτείνετε βελτιώσεις.

Συζητήσεις του φόρουμ με τη λέξη/φράση blanket bath στον τίτλο:

  • Go to Preferences page and choose from different actions for taps or mouse clicks.
Δείτε την αυτόματη μετάφραση του Google Translate για τον όρο «blanket bath».

Σε άλλες γλώσσες Ισπανικά | Γαλλικά | Ιταλικά | Πορτογαλικά | Ρουμανικά | Γερμανικά | Ολλανδικά | Σουηδικά | Ρωσικά | Πολωνικά | Τσέχικα | Τούρκικα | Κινέζικα | Ιαπωνικά | Κορεατικά | Αραβικά

Advertisements
Advertisements
Αναφορά ακατάλληλης διαφήμισης
WordReference.com
WORD OF THE DAY
GET THE DAILY EMAIL!